28/4/10

Ζ_ΒΑΒΥΛΩΝΙΑ #64 ΜΑΡ.10

Τι είναι ο άνθρωπος

Δημήτρης Κωνσταντίνου

Με τη συμβολική επανάληψη της ερώτησης αυτής από τον Θεόδωρο Τερζόπουλο πέφτει η αυλαία του «Μάουζερ», ενός θεατρικού έργου που αναγκάζει τους θεατές να παρακολουθήσουν τη μονόωρη παράσταση με μία ανάσα. Το έργο διαδραματίζεται την περίοδο του ρωσικού εμφυλίου μεταξύ των μπολσεβίκων και των φιλοτσαρικών δυνάμεων. Ο Θεόδωρος Τερζόπουλος και η αγωνίστρια του ΕΛΑΣ Μαρία Μπέικου είναι οι αφηγητές-δικαστές του έργου, ενώ οι πρωταγωνιστές είναι δύο πρώην εκτελεστές της επανάστασης που τώρα, για το καλό της, πρέπει ν' αποδεχθούν το δικό τους θάνατο. Ο ένας επειδή έδειξε οίκτο και δεν εκτέλεσε κάποιους αδαείς χωρικούς και ο άλλος επειδή μετατράπηκε πλήρως σε δουλικό αυτόματο, επειδή δεν συμμετείχε προσωπικά και ολόψυχα στις εκτελέσεις που είχε διαταχθεί να φέρει σε πέρας. Συμπρωταγωνιστές στην παράσταση είναι οι θεατές που μυρίζουν τον ιδρώτα των εκτελεστών, ακούν κυριολεκτικά την ανάσα τους και διακρίνουν τα σάλια τους που εκτοξεύονται στον αέρα καθώς αρνούνται το θάνατο· όλα αυτά υπό το φωτογραφημένο βλέμμα επιλεγμένων προσωπικοτήτων που άφησαν τη σφραγίδα τους στον ελληνικό εμφύλιο.

Όταν η τέχνη, που στέκει μετέωρη μεταξύ ύλης και πνεύματος, που φιλοδοξεί να γεφυρώσει το χάσμα αυτό στο μυαλό μας, κάνει φιλοσοφία, οι υπόλοιποι σιωπούν. Το αριστούργημα του Χάινερ Μύλλερ, με την ανατρεπτική, σκηνοθετική μεταφορά του καταξιωμένου Θεόδωρου Τερζόπουλου, είναι γροθιά στο στομάχι.

Κι αυτό γιατί, με τα ερωτηματικά που γεννάει η παράσταση, δίνει την τελική απάντηση στο ζήτημα της ανθρώπινης φύσης. Ο άνθρωπος δεν είναι το εκκρεμές της επιστήμης, που το άγει και το φέρει κατά το δοκούν μεταξύ των ακραίων θέσεων του tabula rasa ή της μηχανής που είναι πλήρως υποταγμένη στο γονιδιακό πεπρωμένο της, ανάλογα με τα αντιφατικά συμπεράσματα των επιστημονικών πειραμάτων που δημοσιεύονται κατά καιρούς. Η λογική και η επιστήμη είναι ένα απειροστό κομμάτι του ανθρώπινου παζλ, και ως τέτοιο αδυνατεί να το ολοκληρώσει. Το φαντασιακό, το συναίσθημα και τα δαιδαλώδη μας ένστικτα, το ασυνείδητο και τα απωθημένα μας, αποτελούν ένα πολύ μεγαλύτερο και βαθιά ριζωμένο κομμάτι της ανθρώπινης φύσης, την οποία, φυσικά, ποτέ δεν θα συλλάβουμε πλήρως από τη στιγμή που είναι αδύνατο να βγούμε έξω από τη φύση μας για να την παρατηρήσουμε. Για το λόγο αυτό, αποκτά μοναδική αξία εκείνο που περνάει από το χέρι μας: οι στοχεύσεις μας και η ατέρμονη διαμόρφωση των κοινωνικών συνθηκών και της φύσης μας ανάλογα μ' αυτές, με άλλα λόγια η επαναστατικότητά μας.

Ο «Μάουζερ» είναι γροθιά στο στομάχι, γιατί, με τα ερωτηματικά που γεννάει η παράσταση, δίνει την τελική απάντηση στο ζήτημα της επανάστασης. Εφόσον «το καθημερινό ψωμί της επανάστασης είναι ο θάνατος των εχθρών της», εφόσον τρέφεται με αίμα, η επανάσταση δεν πρόκειται να επιβιώσει, καταλήγει σίγουρα στον αφανισμό, ή του εαυτού της, ή των ανθρώπων, δηλαδή των διαδοχικά κατασκευασμένων εχθρών της. Εφόσον «το τίμημα της επανάστασης είναι η επανάσταση, και το τίμημα της ελευθερίας είναι οι άνθρωποι που θέλουμε να ελευθερώσουμε», τότε «για ποιο λόγο να σκοτώνεις και για ποιο λόγο να πεθαίνεις;» Κάθε ιδεολογία, κάθε σχέδιο και σκοπός, κάθε επανάσταση, όπου ο άνθρωπος χάνει την αυθύπαρκτη αξία του και γίνεται εργαλείο, όπου «το χέρι του δεν είναι το χέρι του, όσο η επανάσταση δεν έχει νικήσει οριστικά», όπου «το να σκοτώνεις είναι μια εργασία όπως όλες οι άλλες», είναι ολοκληρωτισμός αντίθετος με τη φύση μας. Και καμιά επαναστατική πρωτοπορία δεν έχει το δικαίωμα να πλάσει, ερήμην μας, την ανθρώπινη φύση καθ' εικόνα και καθ' ομοίωση με τα μούτρα της, υποσχόμενη ότι θα «ξεθάψει τον άνθρωπο μέσα από τη λάσπη της ιστορίας του» και ότι θα «ξεσκίσει τις μάσκες του».

Παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις όλων των επίδοξων καθοδηγητών, «η ζωή μου μου ανήκει».



Δεν Μπορούμε Να Αγωνιστούμε Για Το Κλίμα Με Τον Καταναλωτισμό

Τζορτζ Μονμπιότ

Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι η «πράσινη» κατανάλωση  μπορεί να δημιουργήσει τα ηθικά κριτήρια, τα οποία να δικαιολογούν στη συνέχεια μια αρνητική συμπεριφορά.

 

Πόσες φορές έχετε ακούσει το επιχείρημα ότι μικρές «πράσινες» ενέργειες οδηγούν σε μεγαλύτερες;

 

Το έχω ακούσει εκατομμύρια φορές: Συνήθειες, οι οποίες ελάχιστα δείχνουν ότι είναι αποτελεσματικές από μόνες τους, μπορεί να είναι χρήσιμες, επειδή ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να σκέφτονται τους εαυτούς τους ως «πράσινους» και γι' αυτό το λόγο να προχωρούν σε μεγαλύτερες ενέργειες.

 

Ένας ειδικός της πράσινης ενέργειας προσπάθησε μια φορά να με πείσει  ότι, παρόλο που οι ανεμιστήρες οροφής είναι άχρηστοι ή λιγότερο χρήσιμοι στις περισσότερες περιπτώσεις, αξίζουν ακόμα προώθηση γιατί ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να σκέφτονται γι' αυτά που εκπέμπουν. Είναι κάτι σαν το επιχείρημα της καμπάνιας κατά των ναρκωτικών: Το μαλακό ναρκωτικό οδηγεί στο σκληρό.

 

Ποτέ δεν πείστηκα από αυτό το επιχείρημα. Σύμφωνα με την εμπειρία μου, οι άνθρωποι χρησιμοποιούν το μαλακό ναρκωτικό για να δικαιολογήσουν την αποτυχία τους να χρησιμοποιήσουν το σκληρό. Αν μιλήσεις σε κάποιον που κάνει έξι αεροπορικές εκδρομές το χρόνο, είναι πιθανό να ακούσεις κάτι τέτοιο: Ανακυκλώνω τα πάντα και ξαναχρησιμοποιώ  τις πλαστικές μου σακούλες, οπότε είμαι «πράσινος».

 

Ένας φίλος, λίγα χρόνια αργότερα, μου έδειξε ένα δημοσίευμα από μια τοπική εφημερίδα. Ανέφερε ότι ένα ζευγάρι  κέρδισε τόσο πολλά κουπόνια από την ανακύκλωση, ώστε μπορούσαν να πετάξουν στην Καραϊβική για διακοπές.

Η ατμοσφαιρική ρύπανση που προκαλείται από αυτές τις πτήσεις υπερτερεί απέναντι σε οποιαδήποτε εξοικονόμηση από την ανακύκλωση. Αλλά οι μικρές ενέργειες επιτρέπουν στους ανθρώπους να παραβλέπουν τα μεγάλα και να πιστεύουν ότι ασκούν το περιβαλλοντικό τους καθήκον.

 

Για να γίνω και λίγο κυνικός, πάντα ήμουν καχύποπτος στις μεγάλες διακηρύξεις που γίνονται για την καταναλωτική δημοκρατία: ότι δηλαδή θα αλλάξουμε τον κόσμο αλλάζοντας τις καταναλωτικές μας συνήθειες. Αυτή η προσέγγιση έχει πολλά προβλήματα:

 

       Σε μια καταναλωτική δημοκρατία, κάποιοι άνθρωποι έχουν περισσότερες ψήφους από κάποιους άλλους και αυτοί με τις περισσότερες ψήφους είναι λιγότερο διατεθειμένοι ν' αλλάξουν ένα σύστημα που τους εξυπηρετεί τόσο καλά.

 

       Μια αλλαγή στις καταναλωτικές συνήθειες είναι σπάνια αποτελεσματική εκτός και αν υποστηρίζεται από κάποια κυβερνητική δράση. Μπορεί να παρατήσεις το αυτοκίνητό σου για ένα ποδήλατο – και μπράβο σου – αλλά αν η κυβέρνηση δεν μειώσει ταυτόχρονα το διαθέσιμο χώρο κίνησης των αυτοκινήτων, ο χώρος που δημιούργησες εσύ θα καταληφθεί από κάποιον άλλο που οδηγεί ένα λιγότερο «πράσινο» αυτοκίνητο από εσένα (η κίνηση των αυτοκινήτων αυξάνεται συνεχώς για να καλύψει το διαθέσιμο χώρο). Η ισχύς μας βρίσκεται στη δράση μας ως πολίτες – απαιτώντας πολιτικές αλλαγές – όχι στη δράση μας ως καταναλωτές.

 

       Είμαστε πολύ καλοί στο να εξαπατούμε τους εαυτούς μας για τις επιδράσεις μας. Θυμόμαστε τα καλά πράγματα που κάνουμε και ξεχνάμε τα κακά.

 

Δεν ισχυρίζομαι ότι δεν πρέπει ν' αγοράζετε τα πράγματα με το μικρότερο περιβαλλοντικό κόστος: πρέπει.  Ούτε ισχυρίζομαι ότι η ηθική κατανάλωση είναι άχρηστη. Τα προϊόντα που διακινούνται μέσω του δίκαιου εμπορίου (Fair Trade) κάνουν πραγματική διαφορά στις ζωές των παραγωγών που τα πωλούν. Τα κατάλληλα ελεγμένα αγαθά – όπως το ξύλο που πιστοποιείται από το Δασικό Συμβούλιο ή τα ψάρια που εγκρίνονται από το Θαλάσσιο Συμβούλιο – είναι πιθανό να προκαλούν μικρότερη ζημιά από τις εναλλακτικές λύσεις. Αλλά αυτές οι μικρές αποφάσεις μας επιτρέπουν να πιστέψουμε ότι η συνολική μας δραστηριότητα είναι καλύτερη από ό,τι πραγματικά είναι.

 

Οπότε δεν μου προκάλεσε έκπληξη μια έρευνα στο περιοδικό «Nature» που έλεγε ότι το ν΄αγοράζεις «πράσινα» προϊόντα μπορεί να σε κάνει να συμπεριφερθείς πιο εγωιστικά. Ψυχολόγοι στο πανεπιστήμιο του Τορόντο υπέβαλαν φοιτητές σε μια σειρά πειραμάτων. Πρώτα τους ζητήθηκε ν' αγοράσουν ένα καλάθι με αγαθά, επιλέγοντας «πράσινα» ή συμβατικά προϊόντα. Μετά έπαιξαν ένα παιχνίδι, στο οποίο τους ζητήθηκε να μοιράσουν χρήματα στους εαυτούς τους και σε κάποιους άλλους. Οι φοιτητές που είχαν αγοράσει «πράσινα» προϊόντα έδωσαν στους άλλους λιγότερα χρήματα από αυτούς που αγόρασαν μόνο συμβατικά προϊόντα.

 

Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι το ν' αγοράζεις «πράσινα»  μπορεί να δημιουργήσει τα ηθικά κριτήρια, τα οποία να δικαιολογούν μια μετέπειτα αρνητική συμπεριφορά: όσο πιο ρόδινη είναι η εικόνα για τον εαυτό σου τόσο πιο πιθανό είναι να αποθησαυρίζεις τα χρήματά σου, εις βάρος των άλλων ανθρώπων.

 

Μετά πήραν μια άλλη ομάδα φοιτητών, έδωσαν και σε αυτούς τις ίδιες επιλογές αγοράς και μετά τους εισήγαγαν σ' ένα παιχνίδι όπου θα έβγαζαν χρήματα περιγράφοντας ένα δείγμα με τελείες στην οθόνη ενός υπολογιστή. Εάν υπήρχαν περισσότερες τελείες στα δεξιά της οθόνης από ό,τι στα αριστερά τότε θα έβγαζαν περισσότερα χρήματα. Ύστερα κλήθηκαν να βγάλουν τα χρήματα που κέρδισαν από ένα φάκελο.

 

Οι ερευνητές βρήκαν ότι η αγορά «πράσινων» προϊόντων οδήγησε τους ανθρώπους στο να κλέβουν και να λένε ψέματα. Είχαν δημιουργήσει τόσο ισχυρές ηθικές δικαιολογίες στα μυαλά τους, ώστε απάλλασσαν τον εαυτό τους από ό,τι είχαν κάνει πριν. Το «Nature» χρησιμοποίησε τον όρο «ηθικό αντιστάθμισμα».

 

Ίσως λοιπόν η ενοχή να είναι τελικά καλή. Οι άνθρωποι που προωθούν την οικολογική συνείδηση μαθαίνουν ότι η διαδικασία της ενοχής είναι αναποτελεσματική. Αντίθετα, πρέπει να ενθαρρύνουμε τους ανθρώπους να αισθάνονται καλά με τους εαυτούς τους. Οι έρευνες δείχνουν ότι αυτό, πιθανόν, να μην ισχύει.  Προσφέρουν, επίσης, μερικές συναρπαστικές απόψεις για την ανθρώπινη συνείδηση. Ίσως, τελικά, η παλιά χριστιανική απάνθρωπη αντίληψη της αμαρτίας να μην είναι τόσο κακή ιδέα.

 

Ο George Monbiot είναι οικολόγος ακτιβιστής, δημοσιογράφος και συγγραφέας των βιβλίων «Heat: Πώς να σώσουμε τον πλανήτη μας από το φαινόμενο του θερμοκηπίου», εκδόσεις Ψυχογιός 2008 και «Η εποχή της συναίνεσης: Μανιφέστο για μια νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων», εκδόσεις Ψυχογιός 2005. Αρθρογραφεί στο Ζmagazine και στην αγγλική εφημερίδα Guardian.

Μετάφραση Ελιάνα Καναβέλη  


Καλώς ήλθατε στο 2010,

στον κόσμο του Όργουελ

Τζον Πίλτζερ

Ο George Orwell, στο βιβλίο του «1984», περιέγραψε την Ωκεανία, ένα υπερκράτος που επινόησε ψέματα «τα οποία πέρασαν στην ιστορία και μετατράπηκαν σε αλήθειες». Σύμφωνα με το  σλόγκαν του κυβερνώντος κόμματος της Ωκεανίας: «Όποιος ελέγχει το παρελθόν, καθορίζει το μέλλον· και αυτός που ελέγχει το παρόν ελέγχει και το παρελθόν».

Ο Barack Obama είναι ο ηγέτης μιας σύγχρονης Ωκεανίας. Σε δύο λόγους του, κατά το κλείσιμο της δεκαετίας, ο νικητής του βραβείου Νόμπελ για την ειρήνη, επιβεβαίωσε πως η ειρήνη δεν είναι πλέον ειρήνη, αλλά μάλλον ένας μόνιμος πόλεμος που «εκτείνεται πολύ μακρύτερα από το Αφγανιστάν και το Πακιστάν» σε «περιοχές όπου διασαλεύεται η τάξη και εναντίον εχθρών που εξαπλώνονται συνεχώς». Αυτό το ονόμασε «παγκόσμια ασφάλεια» και μας κάλεσε όλους να τον ευγνωμονούμε για αυτό. Στο Αφγανιστάν, το οποίο η Αμερική έχει εισβάλλει και κατακτήσει, ο Ομπάμα πολύ πνευματωδώς είπε: «Δεν μας ενδιαφέρει καθόλου η κατοχή της χώρας σας».

Στην Ωκεανία, η αλήθεια και το ψέμα είναι αδιαίρετα. Σύμφωνα με τον  Ομπάμα, η αμερικανική επίθεση στο Αφγανιστάν το 2001 είχε την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Γεγονός όμως είναι πως δεν υπήρξε καμία έγκριση από τα Ηνωμένα Έθνη.  Μας είπε πως «ο κόσμος» υποστήριξε την εισβολή ως συνέπεια της 11ης Σεπτεμβρίου, όταν στην πραγματικότητα, ένα γκάλοπ που έγινε σε 37 χώρες έδειξε πως η συντριπτική πλειοψηφία, όλες εκτός από 3, εξέφρασε την απόλυτη αντίθεσή της.  Μας είπε, ακόμη, πως η Αμερική εισέβαλε στο Αφγανιστάν «μόνο όταν οι Ταλιμπάν αρνήθηκαν να παραδώσουν τον Οσάμα Μπιν Λάντεν».  Το 2001, σύμφωνα με αναφορά του στρατιωτικού καθεστώτος του Πακιστάν, οι Ταλιμπάν προσπάθησαν τρεις φορές να παραδώσουν τον Μπιν Λάντεν για να δικαστεί, αλλά αγνοήθηκαν.  Ακόμη και η δικαιολόγηση του πολέμου από τον Ομπάμα ως αποτέλεσμα της επίθεσης της  11ης Σεπτεμβρίου, είναι λάθος. Περισσότερο από δύο μήνες πριν από την επίθεση στους δίδυμους πύργους, η κυβέρνηση του Μπους είπε στον Niaz Naik, τον πακιστανό υπουργό των Εξωτερικών, πως επίκειται μία αμερικάνικη στρατιωτική επίθεση περί τα μέσα Οκτωβρίου. Το καθεστώς των Ταλιμπάν στην Καμπούλ, το οποίο η κυβέρνηση του Κλίντον μυστικά υποστήριζε, δεν θεωρούνταν πλέον ως αρκετά «σταθερό» ώστε να εξασφαλίζονται τα αμερικανικά συμφέροντα για τον έλεγχο των αγωγών πετρελαίου και αερίου προς την Κασπία θάλασσα. Ο πόλεμος έπρεπε να ξεκινήσει.

Το πιο ξεδιάντροπο ψέμα του Ομπάμα, ωστόσο, είναι πως σήμερα το Αφγανιστάν αποτελεί έναν «ασφαλή παράδεισο» για τις επιθέσεις της Αλ Κάιντα στη Δύση. Τον Οκτώβριο, ο ίδιος ο σύμβουλός του για την εθνική ασφάλεια στρατηγός James Jones, είπε πως υπήρχαν «λιγότερα από 100» μέλη της Αλ Κάιντα στο Αφγανιστάν. Σύμφωνα με την υπηρεσία πληροφοριών των ΗΠΑ, το 90% των Ταλιμπάν στην πραγματικότητα δεν είναι Ταλιμπάν, αλλά «τοπικοί φύλαρχοι-επαναστάτες που αντιστέκονται στις ΗΠΑ επειδή αποτελεί δύναμη κατοχής».  Ο πόλεμος λοιπόν, είναι μία απάτη. Μόνο οι τελείως βλάκες παραμένουν αφοσιωμένοι στο σύνθημα του Ομπάμα για «παγκόσμια ειρήνη».

Ωστόσο, αν δούμε κάτω από την επιφάνεια, θα βρούμε έναν σημαντικό στόχο. Σύμφωνα με τον εξοργιστικό στρατηγό Stanley McCrystal, ο οποίος κέρδισε τιμητική διάκριση για τα στρατεύματα δολοφόνων στο Ιράκ, η κατοχή μίας από τις πιο φτωχές χώρες του πλανήτη αποτελεί το μοντέλο για εκείνες τις «ανυπάκουες περιοχές» του κόσμου που παραμένουν ακόμα έξω από τον έλεγχο της Ωκεανίας.  Αυτό είναι γνωστό ως COIN, ή Δίκτυο Αντι-Εξέγερσης (counter-insurgency network), που συγκεντρώνει σε έναν οργανισμό όλους τους μισθοφόρους· οργανισμούς παροχής βοήθειας, στρατιωτικούς, ψυχολόγους, ανθρωπολόγους, ειδικούς των μήντια και των δημοσίων σχέσεων.  Καλυμμένος πίσω από μια ακαταλαβίστικη επαγγελματική φρασεολογία περί κατάκτησης των μυαλών και των καρδιών, ο στόχος του στην πραγματικότητα είναι να βάλει τη μια εθνική ομάδα να πολεμήσει την άλλη και εν τέλει να υποκινήσει εμφύλιο πόλεμο: Τατζέκους (Tajiks) και Ουζμπέκους (Uzbecks) εναντίον των Πασχτούν (Pashtuns).

Αυτό ακριβώς έκαναν οι Αμερικάνοι στο Ιράκ με αποτέλεσμα να  καταστρέψουν μια πολυεθνική κοινωνία. Διέφθειραν δωροδοκώντας και έχτισαν τοίχους ανάμεσα σε κοινότητες, που μέχρι πρόσφατα παντρεύονταν μεταξύ τους χωρίς κανένα πρόβλημα, εκκαθάρισαν εθνικά τους Σουνίτες και οδήγησαν χιλιάδες κόσμου έξω από τα σύνορα της χώρας. Τα εντεταλμένα ΜΜΕ ανέφεραν την όλη επιχείρηση ως «ειρήνη», ενώ αμερικάνοι ακαδημαϊκοί πουλημένοι στην Ουάσιγκτον και «ειδικοί της ασφάλειας» καθοδηγούμενοι από το Πεντάγωνο εμφανίστηκαν στο BBC για να διαδώσουν τα καλά νέα. Όπως και στο 1984, το αντίθετο ήταν αλήθεια.

Κάτι παρόμοιο σχεδιάζεται και για το Αφγανιστάν. Οι άνθρωποι θα εξωθηθούν σε «στοχευμένες περιοχές» που θα ελέγχονται από βαρόνους του πολέμου χρηματοδοτούμενους από τους Αμερικανούς και το εμπόριο του οπίου. Το γεγονός πως οι βαρόνοι του πολέμου είναι ιδιαίτερα γνωστοί για τη βαρβαρότητα τους δεν απασχολεί κανέναν. «Μπορούμε να ζήσουμε με αυτό» είπε ένας διπλωμάτης της εποχής Κλίντον, αναφερόμενος στο διωγμό και την καταπίεση των γυναικών του «σταθερού», κυβερνώμενου από τους Ταλιμπάν, Αφγανιστάν. Ευνοούμενες δυτικές υπηρεσίες αρωγής, μηχανικοί και ειδικοί γεωπόνοι θα επιμεληθούν την «ανθρωπιστική κρίση» και έτσι τελικά θα «ασφαλιστούν» οι κατεχόμενες περιοχές των φυλών.

Αυτή είναι η θεωρία. Δούλεψε κατά κάποιο τρόπο στη Γιουγκοσλαβία όπου ο διαμελισμός με εθνικά σεκταριστικά κριτήρια διέλυσε μία, κάποτε, ειρηνική κοινωνία, αλλά απέτυχε στο Βιετνάμ όπου το «strategic hamlet program» της CIA σχεδιάστηκε για να διαιρέσει και να μαντρώσει τον βόρειο πληθυσμό της χώρας και έτσι να ηττηθούν οι Βιετκόνγκ – ο αμερικάνικος όρος του συγκεντρωτισμού (catch-all) για την αντίσταση, αντίστοιχος με το «Ταλιμπάν».

Πίσω από όλα αυτά είναι οι Ισραηλινοί, οι οποίοι έχουν συμβουλεύσει επί μακρόν τους Αμερικανούς και για τις δύο περιπέτειές τους στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν. Εθνοκαθάρσεις, χτίσιμο τοίχων, σημεία ελέγχου, πολλαπλές παραδειγματικές τιμωρίες και συνεχόμενη επιτήρηση· όλοι αυτοί οι νεωτερισμοί αποδίδονται στους Ισραηλινούς και αυτοί είναι που τους βοήθησαν να κλέψουν τελικά το μεγαλύτερο μέρος της Παλαιστίνης από τους φυσικούς κατόχους της. Τελικά, όμως, παρόλα τα βάσανά τους οι Παλαιστίνιοι δεν έχουν διαιρεθεί ανεπιστρεπτί και αγωνίζονται συλλογικά ως έθνος ενάντια σε όλες τις πιθανότητες.

Οι πιο χαρακτηριστικοί πρόδρομοι του σχεδίου του Ομπάμα, τους οποίους ο νικητής του βραβείου Νόμπελ Ειρήνης, οι παράξενοι στρατηγοί του και οι άνθρωποι των δημοσίων σχέσεων του προτιμούν να τους ξεχάσουμε, είναι αυτοί που ήδη έχουν αποτύχει στο Αφγανιστάν. Οι Βρετανοί το 19ο αιώνα και οι Σοβιετικοί τον 20ο, προσπάθησαν να κατακτήσουν την άγρια αυτή χώρα με εθνοκαθάρσεις αλλά απέτυχαν, παρόλη την τρομερή αιματοχυσία που προκάλεσαν.  Τα αυτοκρατορικά νεκροταφεία είναι τα μνημεία τους. Η δύναμη του ανθρώπου, κάποιες φορές αποτρεπτική, συχνά ηρωική, παραμένει ο σπόρος κάτω από το χιόνι και οι εισβολείς πάντα τη φοβούνται.

«Είναι περίεργο», έγραψε ο Όργουελ στο «1984», «να φαντάζεσαι πως ο ουρανός είναι ο ίδιος για όλους, τόσο στην Ευρασία και στην Ανατολασία όσο κι εδώ. Και οι άνθρωποι κάτω από τον ουρανό είναι πάνω κάτω οι ίδιοι, παντού σε όλο τον κόσμο… οι άνθρωποι αγνοούν ο ένας την ύπαρξη του άλλου, κρατούνται διαιρεμένοι από τείχη μίσους και ψέματα, και παρόλα αυτά είναι σχεδόν οι ίδιοι άνθρωποι που... έχουν συσσωρεύσει στις καρδιές και στις κοιλιές και στους μυς τους τη δύναμη που κάποια μέρα θα αλλάξει τον κόσμο».

Μετάφραση: Γιώργος Δράκος


Οι 49 διανοούμενοι και ο απολυμένος

Ντίνος Παλαιστίδης

 

Κώστας Δεσποινιάδης

 

Μα οι κατάλληλοι άνθρωποι πάντοτε βρίσκονται – δεν έχουν τίποτα να χάσουν.

 

Μανώλης Αναγνωστάκης

 

 

Στις 17 Φεβρουαρίου κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο (και δύο μέρες μετά αναδημοσιεύτηκε στην Αυγή) ένα «Κείμενο υποστήριξης των εκδόσεων Άγρα» υπογεγραμμένο από 49 διανοούμενους (πανεπιστημιακούς, καλλιτέχνες, συγγραφείς, μεταφραστές κ.ά.). Βλέποντας κανείς τον τίτλο του κειμένου, θα υπέθετε εύλογα ότι οι εκδόσεις Άγρα και ο Σταύρος Πετσόπουλος διώκονται για κάποιο βιβλίο που εξέδωσαν, κινδυνεύουν με δίκες και καταδίκες, και – όπως θα ήταν αναμενόμενο σε μια τέτοια περίπτωση – οι διανοούμενοι του τόπου συσπειρώνονται στο πλευρό του εκδότη. Διαβάζοντας όμως το μικρό κείμενο που προηγείται των υπογραφών, διαπιστώνει κανείς ότι η αφορμή είναι άλλη (η απόλυση του βιβλιοϋπαλλήλου των εκδόσεων Άγρα Ντίνου Παλαιστίδη και οι συνακόλουθες κινητοποιήσεις συναδέλφων του για την ανάκληση της απόλυσής του).

Αν μη τι άλλο προκαλεί τουλάχιστον εντύπωση η κινητοποίηση 49 γνωστών διανοουμένων για μια εργασιακής φύσης διαφορά σε μια επιχείρηση, και προκαλεί ακόμα μεγαλύτερη εντύπωση ότι η κινητοποίηση αυτή δεν γίνεται υπέρ του… αντικειμενικά αδυνάτου, του υπαλλήλου, αλλά υπέρ αυτού που απ' τις αντικειμενικές οικονομικές συνθήκες βρίσκεται στη θέση του ισχυρού, υπέρ αυτού δηλαδή που την επομένη της απόλυσης η ζωή του συνεχίζεται κανονικά και δεν βρίσκεται αντιμέτωπος με το φάσμα της ανεργίας και το χειροπιαστό και διόλου «θεωρητικό» ζήτημα της επιβίωσης.

Ο γράφων δεν μπορεί φυσικά να μπει στην ουσία της εργασιακής διαφοράς, μιας και δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τα διαδραματισθέντα στην επιχείρηση, από θέση αρχής όμως, φαντάζομαι, κάθε άνθρωπος που δεν είναι θαυμαστής της Μάργκαρετ Θάτσερ βρίσκεται στο πλευρό του εργαζόμενου και όχι του εργοδότη.

Το κείμενο όμως των 49 διανοουμένων, πέρα από την αρχική έκπληξη, σε μια δεύτερη ανάγνωση προκαλεί το λιγότερο οργή ακόμα και σε έναν «ουδέτερο παρατηρητή», βρίθει λογικών αλμάτων και γεννά ορισμένα ζητήματα πνευματικού ήθους και μερικά, ρητορικά μάλλον, ερωτήματα. Λένε, για παράδειγμα, οι 49 στο κείμενό τους (ολόκληρο υπάρχει πλέον και στην ιστοσελίδα των εκδόσεων Άγρα και εύκολα μπορεί να το βρει κανείς): Εμείς που υπογράφουμε αυτό το κείμενο έχουμε επί χρόνια συνεργασία με τον Σταύρο Πετσόπουλο και τις Εκδόσεις Άγρα και γνωρίζουμε όχι μόνο τη σπουδαία συμμετοχή τους στα γράμματα αλλά και τις εργασιακές συνθήκες απόλυτου σεβασμού του προσώπου των εργαζομένων και των εργασιακών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων τους που από την ίδρυση του εκδοτικού οίκου επικρατούν σ' αυτόν.

Πρώτον, πώς είναι δυνατόν να ξέρει ένας συγγραφέας, ένας μεταφραστής ή ένας καθηγητής Πανεπιστημίου τις συνθήκες κάτω από τις οποίες εργάζονται οι πωλητές, οι αποθηκάριοι και οι κούριερ οποιουδήποτε εκδοτικού οίκου; Κατ' αντιστοιχία, όταν παίρνουμε στα χέρια μας ένα καλοτυπωμένο βιβλίο, οποιουδήποτε εκδότη, ξέρουμε κάτω από ποιες συνθήκες δουλεύουν οι γραφίστες στα ατελιέ, οι πιεστές στα τυπογραφεία και οι υπάλληλοι των βιβλιοδετείων; Κατά δεύτερο, τι σχέση έχει η ποιότητα του εκδοτικού προϊόντος με τις συνθήκες κάτω από τις οποίες δουλεύουν οι υπάλληλοι του εκδοτικού οίκου; Με αυτή την «λογική», θα ήταν αυτονόητο ότι οι υπάλληλοι της αυτοκινητοβιομηχανίας Πόρσε, για παράδειγμα, δουλεύουν σε έναν επαγγελματικό παράδεισο και ουδεμία συνδικαλιστική διεκδίκηση εκ μέρους τους θα ήταν επιτρεπτή, εφόσον το προϊόν της εταιρείας τους είναι το καλύτερο της αγοράς. Στην προκειμένη περίπτωση, το κείμενο στήριξης των συναδέλφων του Παλαιστίδη στις εκδόσεις Άγρα και η απεργία στην οποία έχουν προχωρήσει με αφορμή την απόλυσή του θα έπρεπε να κάνουν τους υπογράφοντες περισσότερο επιφυλακτικούς.

Συνεχίζουν οι 49 διανοούμενοι στο κείμενό τους: Τις τελευταίες μέρες με οργή και θλίψη διαπιστώνουμε ότι με αφορμή την απόλυση εργαζομένου από τον εκδοτικό οίκο, υπό συνθήκες που ασφαλώς θα κριθούν από τα δικαστήρια, ο εκδοτικός οίκος επιχειρείται να εμφανιστεί ως διώκτης των συνδικαλιστικών ελευθεριών που εκφοβίζει και απολύει εργαζόμενους. Τίποτα δεν είναι αναληθέστερο από τους παραπάνω ισχυρισμούς και γι' αυτό αισθανόμαστε την ανάγκη να προβούμε σε δημόσια δήλωση για να προστατέψουμε τις Εκδόσεις Άγρα από τη συκοφάντηση και το διασυρμό. Εδώ τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο σοβαρά. Καταρχάς γιατί αποτελεί «συκοφάντηση και διασυρμό» η όλη κινητοποίηση, τη στιγμή που η επιθεώρηση εργασίας σε πρώτη φάση γνωμοδότησε υπέρ του εργαζομένου. Επιπλέον, από πότε το κατοχυρωμένο δικαίωμα στη απεργία συνιστά σπίλωση για το κύρος μιας επιχείρησης; Άραγε οι υπογράφοντες δεν διεκδικούν για τον εαυτό τους το δικαίωμα στην απεργία ή στην προσφυγή στην επιθεώρηση εργασίας; Όσοι απ' τους υπογράφοντες είναι εκλεγμένοι σε συνδικαλιστικά όργανα του επαγγελματικού τους κλάδου, θεωρούν ότι η απεργία συκοφαντεί και διασύρει τον εκάστοτε εργοδότη; Δέχονται μήπως οι, στην πλειονότητά τους, δημόσιοι υπάλληλοι που υπογράφουν να παραχωρήσουν τη μόνιμη και εξασφαλισμένη από το κράτος εργασιακή τους θέση; (Εργασιακή θέση που, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, είναι εξασφαλισμένη ακόμα και όταν κάποιος παραμένει επί 30 χρόνια καθηγητής πανεπιστημίου δίχως να έχει δημοσιεύσει ούτε ένα επιστημονικό έργο).

Δεν θα επεκταθώ σε άλλα «προβληματικά», τουλάχιστον, σημεία της επιστολής (μερικά θέτουν εξόφθαλμα υπό αμφισβήτηση την ειλικρίνεια ορισμένων εκ των συντακτών και προσβάλουν τη νοημοσύνη μας· πώς μπορεί, για παράδειγμα να ξέρει κάποιος τι συνέβαινε στον εκδοτικό οίκο από την ίδρυσή του, το 1979, όταν τότε ήταν μαθητής. Ή πώς μπορεί να ξέρει κάποιος τι συνέβαινε στα 30 χρόνια λειτουργίας του οίκου όταν έχει γνωρίσει τον εκδότη μόλις πρόπερσι; Για να μην αναφερθώ και σ' αυτούς που ζουν 500 χιλιόμετρα μακριά από την έδρα των εκδόσεων…) και θα αναφερθώ σε ορισμένα ζητήματα πνευματικού ήθους που ανακύπτουν από την ασυνήθιστη αυτή κίνηση των 49.

Ιστορικά, η συλλογή υπογραφών έχει χρησιμοποιηθεί ως μια συμβολική κίνηση υποστήριξης κάποιου αδυνάτου, κάποιου διωκόμενου ή κάποιου που βρίσκεται στην φυλακή ή γενικότερα κινδυνεύει. Η χρησιμοποίηση του μέσου αυτού για την υπεράσπιση ενός εργοδότη αν μη τι άλλο το ακυρώνει και διαστρεβλώνει την ιστορικότητα αυτής της πρακτικής. Επιπλέον, η κίνηση αυτή των 49 έρχεται να προστεθεί σε πρόσφατες συλλογικές τοποθετήσεις διανοουμένων κατά τον περσινό Δεκέμβρη που όλες είχαν αντιδραστικό πρόσημο, για να το πω όσο πιο κομψά μπορώ. Κάποτε αναφερόμασταν με θλίψη στη σιωπή των διανοουμένων. Φοβάμαι ότι ο καιρός που θα παρακαλάμε να μην πάρουν θέση δεν είναι μακριά.

Σε ιστορικές στιγμές κρίσης και κοινωνικής έντασης, όπως αυτή που διανύουμε, η θέση που παίρνει ο καθένας είναι κρίσιμη και ενδεικτική. Από την εποχή του Σωκράτη έχει οριστεί με τον πλέον εύγλωττο τρόπο ο ρόλος του καλώς εννοούμενου διανοούμενου. Είναι αυτός που σαν την αλογόμυγα ξυπνά το ράθυμο άλογο της Πόλης και για «ανταμοιβή» τον ποτίζουν κώνειο ή τον ρίχνουν στην πυρά. Δυστυχώς, εδώ και καιρό βλέπαμε διανοούμενους να διαγκωνίζονται ποιος θα πρωτομπεί σε κρατικές επιτροπές και think tanks, ποιος θα ελιχθεί με ρασπουτινική δεξιοτεχνία στο ακαδημαϊκό κατεστημένο και ποιος θα εξασφαλίσει από νωρίς την κρατικοδίαιτη σταδιοδρομία του, προωθώντας ταυτόχρονα όσους περισσότερους μπορεί από το περιβάλλον του. Η επιστολή που υπογράφουν οι 49 διανοούμενοι υπέρ των εκδόσεων Άγρα, φοβάμαι ότι εγκαινιάζει μια νέα εποχή κατά την οποία οι «άνθρωποι του πνεύματος» αυτοπρόσφερτοι θα τάσσονται εναντίον του κάθε αδυνάτου με εξευτελιστικό αντίτιμο μια επιμελημένη και καλαίσθητη έκδοση.

 

 

 

 

Υ.Γ. Το κείμενο δόθηκε για δημοσίευση στα «Ενθέματα» της Αυγής – από όπου είχα στο παρελθόν ανοιχτή πρόσκληση συνεργασίας –  στις 22/2/2010. Δύο ημέρες μετά, με ενημέρωσαν ευγενικά ότι δεν μπορούν να το δημοσιεύσουν. Καλό είναι, στις αρχές του 21ου αιώνα, να θυμόμαστε όλοι ότι ο σταλινισμός είναι κυρίως νοοτροπία και λιγότερο ιδεολογία…


Αναγνώστες